Ελάμ

Ελάμ
Βιβλική ονομασία της ιστορικής περιοχής, η οποία βρισκόταν στην ανατολική όχθη του κάτω ρου του Τίγρη· η ΕλυμαΐςΕλυμαία των αρχαίων Ελλήνων και η Σουσιανή των Ρωμαίων. Το πιο γνωστό κέντρο της ήταν τα Σούσα, που ήταν και η πρωτεύουσά της για πολλούς αιώνες. Η Ε. υπήρξε κέντρο ενός μεγάλου πολιτισμού που διατηρήθηκε από την 3η έως την 1η χιλιετία π.Χ. Είχε οργανωθεί σε κράτος από τους προϊστορικούς ήδη χρόνους. Οι πρώτες ιστορικές πληροφορίες σχετικά με τους Ελαμίτες αναφέρονται σε επιδρομές που έκαναν κατά της σουμερικής πόλης Λαγκάς και κατά των Ακαδίων, στους οποίους για ένα διάστημα μάλιστα ήταν φόρου υποτελείς, όταν ο Σαργών ο Μέγας, βασιλιάς της Ακάδ, κατέλαβε την Ε. Η ακαδική κυριαρχία όμως δεν διήρκεσε πολύ και η Ε. κυβερνήθηκε πάλι από Ελαμίτες. Η ελαμιτική αναγέννηση πάντως σημειώθηκε μεταξύ της 2ης και της 1ης χιλιετίας π.Χ., οπότε η Ε. εμφανίστηκε υποτελής σε μια δυναστεία, της οποίας τα μέλη χαρακτηρίζονταν βασιλείς της Αουζάν και των Σούσων. Αυτοί δεν απελευθέρωσαν μόνο τη χώρα, απαλλάσσοντάς την από κάθε ξένη επιρροή, αλλά εισέβαλαν με τη σειρά τους στη Βαβυλωνία και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην πόλη Λάρσα της Μεσοποταμίας. Τότε ξεκίνησε μια μεγάλη περίοδος προστασίας ή στενής συμμαχίας μεταξύ Ε. και Βαβυλωνίας, η οποία συμπίπτει με τη μεγαλύτερη ακμή του ελαμιτικού πολιτισμού. Η συμμαχία αυτή δεν εξασθένησε· αντίθετα μάλιστα ενισχύθηκε, όταν οι δύο σύμμαχοι αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν τον απειλητικό επεκτατισμό των Ασσυρίων. Κατά τον 7o αι. π.Χ., όμως, ο Σεναχερίμπ κατέκτησε τη Βαβυλωνία και λίγο αργότερα αναγκάστηκε και η Ε. να υποκύψει στην ασσυριακή δύναμη: η χώρα λεηλατήθηκε και η πρωτεύουσα Σούσα καταστράφηκε ολοσχερώς. Με την προσάρτηση της περιοχής στην Περσική αυτοκρατορία, η ιστορία της Ε. έκλεισε οριστικά (μέσα της 1ης χιλιετίας π.Χ.) και η περιοχή αποτέλεσε μία από τις είκοσι σατραπείες της Περσικής αυτοκρατορίας με την ονομασία Σουσιανή, την οποία διατήρησε και όταν κατακτήθηκε και ενσωματώθηκε στο βασίλειο των Σελευκιδών (312). Η θρησκεία της Ε. είχε δεχτεί πολλά στοιχεία από τη θρησκεία των Βαβυλωνίων και των Σουμερίων. Στην κορυφή του πανθέου βρισκόταν ο θεός των Σούσων, Ινσουσινάκ, που αποτελούσε εθνική θεότητα. Άλλοι θεοί ήταν ο Χουμπάν με τη σύζυγό του Κιριρίσα και τον γιο του Χουτράν, ο Ναχούντε, ο Ήλιος, και ο Πινιγκίρ, ο κύριος του ουρανού. Αντιπροσωπευτικά δείγματα τέχνης της Ελάμ, που υπήρξε κέντρο ενός μεγάλου πολιτισμού από την 3η έως την 1η χιλιετία π.Χ. Αριστερά, ταφικό αγγείο με στιλιζαρισμένη παράσταση αίγαγρου (3η χιλιετία π.Χ.). Δεξιά, κυλινδρικό αγγείο με λαβή σε σχήμα ζεύγους ειδωλίων (2η χιλιετία π.Χ.) (Αρχαιολογικό Μουσείο, Τεχεράνη).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

  • Σαρδανάπαλος — Ασσύριος βασιλιάς τον οποίο αναφέρουν πολλοί αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς και ο οποίος ταυτίζεται με το βασιλιά Ασουρμπανιπάλ (668 626 π.Χ.), γιο του Εσαρχαδών. Ο Ασουρμπανιπάλ υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Ασσύριους ηγεμόνες: μετά τη νίκη του… …   Dictionary of Greek

  • Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… …   Dictionary of Greek

  • ELAM (Cyprus) — National Popular Front Εθνικό Λαϊκό Μέτωπο Founded 2008 Ideology Ethnic nationalism/Far right …   Wikipedia

  • ελαμιτικός — ή, ό αυτός που αναφέρεται στη χώρα τού Ελάμ, την αρχαία Ελυμαία ή Ελαμίτιδα, στην Ασία, ανατολικά τού ποταμού Τίγρεως («ελαμιτικός πολιτισμός») …   Dictionary of Greek

  • κυρός — I (τέλη 7ου – αρχές 8ου αι. μ.Χ.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (706−711). Αναγορεύτηκε πατριάρχης από τον Ιουστινιανό Β’, μετά τη δεύτερη εξορία του οποίου ο αυτοκρατορικός θρόνος περιήλθε στον Αρμένιο Φιλιππικό. Ο τελευταίος, αιρετικός… …   Dictionary of Greek

  • κύρος — I (τέλη 7ου – αρχές 8ου αι. μ.Χ.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (706−711). Αναγορεύτηκε πατριάρχης από τον Ιουστινιανό Β’, μετά τη δεύτερη εξορία του οποίου ο αυτοκρατορικός θρόνος περιήλθε στον Αρμένιο Φιλιππικό. Ο τελευταίος, αιρετικός… …   Dictionary of Greek

  • Αχαιμενίδες — Περσική προϊσλαμική δυναστεία, που ονομάστηκε έτσι από τον Αχαιμένη ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν πρόγονος του Κύρου. Υποτελείς στην αρχή των Μήδων βασιλιάδων και βασιλιάδες του Ανσάν (Ελάμ ή Σουσιανής, στη νοτιοδυτική Περσία) οι Α.… …   Dictionary of Greek

  • Βαβυλώνιοι — Αρχαίος λαός της πόλης Βαβυλώνας, αλλά και του νότιου τμήματος της Μεσοποταμίας, μεταξύ του Τίγρη και του Ευφράτη. Οι Β. αποτελούσαν τον νότιο κλάδο των σημιτικών πληθυσμών της Μεσοποταμίας και ξεχώριζαν από τους Ασσυρίους, οι οποίοι ήταν… …   Dictionary of Greek

  • Μελχισεδέκ — Βιβλικό πρόσωπο. Σύμφωνα με τη Γένεση, ήταν βασιλιάς της Ιερουσαλήμ και ιερέας του Ελγιών (Ύψιστου Θεού). Όταν ο Αβραάμ επέστρεφε από τη νικηφόρο εκστρατεία εναντίον του Χοδολλογόμορ, βασιλιά του Ελάμ, τίμησε με δώρα τον Μ., ο οποίος του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”